Οι έντονες βροχοπτώσεις των τελευταίων μηνών έχουν αφήσει πίσω τους ένα τοπίο καταστροφής: πλημμυρισμένα σπίτια, κατεστραμμένοι δρόμοι, αποκλεισμένες περιοχές και απόγνωση. Το φαινόμενο δεν είναι πλέον σπάνιο. Οι βροχές που μετατρέπονται σε καταρρακτώδεις καταιγίδες μέσα σε λίγες ώρες αποτελούν τη νέα "κανονικότητα". Κι όμως, η χώρα μοιάζει να αιφνιδιάζεται κάθε φορά, με τους πολίτες να παραμένουν ουσιαστικά ανυπεράσπιστοι απέναντι στη μανία της φύσης.
Τα τελευταία περιστατικά σε όλη την Ελλάδα, αναδεικνύουν το διαρκώς επαναλαμβανόμενο πρόβλημα: η απουσία ουσιαστικού σχεδιασμού και ανθεκτικών υποδομών καθιστά κάθε έντονο καιρικό φαινόμενο εν δυνάμει καταστροφικό. Χωριά και πόλεις πλημμυρίζουν μέσα σε λίγα λεπτά επειδή τα ρέματα έχουν μπαζωθεί, οι αντιπλημμυρικές μελέτες έμειναν στα χαρτιά και τα έργα υποδομής ούτε συντηρούνται ούτε εκσυγχρονίζονται.
Σε αυτό τον παραλογισμό, οι πολίτες καλούνται να προσέχουν, να μην μετακινούνται, να ακολουθούν τις οδηγίες των αρχών διαμέσου των μηνυμάτων του 112 – ενός χρήσιμου αλλά απελπιστικά μοναδικού εργαλείου πρόληψης που διαθέτει η πολιτεία. Μηνύματα που πολλές φορές έρχονται σε εντελώς άκυρο χρόνο και αφού έχει γίνει η ζημιά.
Η αποστολή ενός SMS που προτρέπει τους πολίτες να μείνουν σπίτι προφανώς και δεν μπορεί να είναι σχέδιο πολιτικής προστασίας. Είναι το έσχατο μέσο όταν όλα τα υπόλοιπα έχουν αποτύχει. Όταν το νερό ήδη πλημμυρίζει δρόμους και υπόγεια, όταν οι πυροσβεστικές δυνάμεις δεν επαρκούν, όταν ο πολίτης μένει μόνος του απέναντι στην κρίση.
Το ερώτημα είναι όμως: πώς να προστατευτεί κανείς όταν το σπίτι του βρίσκεται δίπλα σε ένα ακαθάριστο ρέμα; Όταν δεν υπάρχουν φράγματα για να εμποδίσουν το νερό, ούτε σύγχρονα αποστραγγιστικά συστήματα στις πόλεις; Όταν περιμένουμε πρώτα να γίνει το κακό και μετά να κάνουμε έστω και τα στοιχειώδη, όπως το να κλαδέψουμε τα δέντρα για να μην προκαλέσουν ζημιές κατά τη διάρκεια μιας κακοκαιρίας;
Η κλιματική κρίση, με τα ακραία καιρικά φαινόμενα που επιφέρει, έχει πάψει να αποτελεί «απειλή του μέλλοντος». Είναι ήδη εδώ και τη νιώθουμε για τα καλά. Πώς ανταποκρίνεται, όμως, μια χώρα που κάθε χρόνο μετρά πληγές από πλημμύρες και καταστροφές. Αντί για προληπτικά έργα, παρακολουθούμε την ανακύκλωση ευθυνών και τη διαρκή επίκληση στην «πρωτοφανή ένταση» του κάθε φαινομένου. Κι ας μας έχουν προειδοποιήσει οι μετεωρολόγοι για τα έκτακτα φαινόμενα, κι ας έχουν κρούσει οι επιστήμονες τον κώδωνα του κινδύνου για την ανάγκη επενδύσεων σε ανθεκτικές υποδομές και σωστή διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος.
Το 112, όσο απαραίτητο κι αν είναι, δεν αποτελεί λύση. Η ειρωνεία είναι πως ενώ τεχνολογικά προχωράμε – με δορυφόρους, αισθητήρες, και ψηφιακά εργαλεία – οι υποδομές μας παραμένουν ευάλωτες, παρωχημένες και συχνά επικίνδυνες. Οι πολίτες βλέπουν τους κόπους μιας ζωής να χάνονται μέσα σε λίγα λεπτά νεροποντής, ενώ η πολιτεία περιορίζεται στο να διαπιστώνει εκ των υστέρων και σχεδόν να κατηγορεί τους πολίτες που δεν ακολούθησαν πιστά τις οδηγίες.
Σε μια δημοκρατική και οργανωμένη κοινωνία, η προστασία της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας θα έπρεπε να αποτελεί το πρώτο μέλημα του κράτους. Αυτό απαιτεί προγραμματισμό, επένδυση σε έργα, διαρκή συντήρηση, εκπαίδευση και διαφάνεια. Χρειάζεται σοβαρή αναθεώρηση του τρόπου που αντιλαμβανόμαστε την πρόληψη. Η φύση δεν εκδικείται, αλλά αντιδρά. Κι εμείς οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι.
Μέχρι τότε, το 112 θα συνεχίσει να ηχεί στα κινητά μας σαν το τελευταίο προπύργιο προστασίας. Ένα μήνυμα που μας υπενθυμίζει, κάθε φορά, ότι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να «μείνουμε σπίτι» και να ελπίζουμε πως δεν θα πνιγούμε εκεί το χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι καλούμαστε να το εγκαταλείψουμε για να μην καούμε μαζί με αυτό. Η απόλυτη παράνοια στη χώρα που κάποτε θεμελίωση τη λογική.
Από τη στήλη "ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ" στη ΡΟΔΙΑΚΗ της Κυριακής





