Τα fake news πολύ πριν τα fake news! Κάρπαθος 1921, του Μανώλη Δημελλά

"Τούρκοι στο Λευκό, ακούστε χριστιανοί, πατήσαν οι Τούρτσοι στο Λευκό".

H γυναίκα έκραζε αλαφιασμένη, πηδούσε πάνω στα δώματα των σπιτιών κι έδειχνε με τρόμο προς τη θάλασσα. Αυτό ήταν, στην Κάρπαθο έγινε πανζουρλισμός!

Έτσι το καΐκι του Κασσώτη πλήρωσε πρώτο τα σπασμένα για αυτούς τους πειρατές. Ήταν φορτωμένο εμπορεύματα, η κουβέρτα δεν φαινόταν από τους μπακαλιάρους, στεκόταν στον Άη Νικόλα και περίμενε τους πελάτες, όταν κατέβηκε ένα σύννεφο από τρομοκρατημένα γυναικόπαιδα. Πήδηξαν μέσα στο σκάφος και ζητούσαν από τον καπετάνιο να λύσει αμέσως τους κάβους, να φύγουν για να γλυτώσουν από τους κακούργους ληστές.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, ήταν άνοιξη του 1921, οι Ιταλοί που ήδη κρατούσαν το νησί μια δεκαετία, από μέρες είχαν κυκλοφορήσει το πιο παράξενο μαντάτο. Τουρκο-τσέτες πειρατές, όπως έλεγε το ιταλικό φιρμάνι, ετοίμαζαν απόβαση κι είχαν στόχο να κάνουν μεγάλο πλιάτσικο στα χωριά της Καρπάθου. Η είδηση διαδόθηκε σε χρόνο ρεκόρ και έπεσε σαν κεραυνός, ενώ την ίδια στιγμή οι κατακτητές με αυστηρά διατάγματα είχαν αφοπλίσει το νησί, αφού είχαν αφαιρέσει όλα τα κυνηγητικά όπλα κι έφτασαν να απαγορεύσουν ακόμη και τα κουζινομάχαιρα! Στα χωριά που βρίσκονται πάνω στη θάλασσα το νέο έφερε αναστάτωση, αυτά θα ήταν απροστάτευτα σε μια ξαφνική πειρατική επιδρομή. Η Αρκάσα, το Μεσοχώρι και οι Πυλές ανησυχούσαν περισσότερο, έτσι παρατηρούσαν τη θάλασσα νύχτα και μέρα, με την αγωνία να ξεπηδά από τα μάτια και το φόβο να δαγκώνει στα σαγόνια τους.

Ήταν το πρωινό της Πέμπτης, 26ης Μαΐου 1921, όταν μια γυναίκα πρόσεξε ένα άγνωστο καΐκι να πλησιάζει στα βράχια της παραλίας του Λευκού. Μέσα ήταν κάτι παράξενοι άντρες, μιλούσαν μια ακαταλαβίστικη γλώσσα, είχαν γένια και φορούσαν ομοιόμορφες στολές. Το μυαλό της αυτόματα έτρεξε στο φιρμάνι των Ιταλών τα πόδια της έβγαλαν φτερά κι έγινε πύραυλος!

Πέταξε για να διαλαλήσει το κακό μαντάτο στη κοινωνία του νησιού.

Ήρθαν οι Τούρκοι, οι Κερκέζοι, όπως είχαν πει οι Ιταλοί για τους πειρατές τριμμάτιες, που θα κατέβαιναν και θα σάρωναν σα τις ακρίδες το νησί, το νέο διαδόθηκε σε χρόνο ρεκόρ.

Οι πιο θαρραλέοι έστησαν καραούλια στα βουνά γύρω από την ακτή του Μεσοχωρίου και παραφυλούσαν για να δουν τις κινήσεις των δήθεν "πειρατών". Όσο για τον υπόλοιπο κοσμάκη, όπως αναφέρει η εφημερίδα του Βωλαδιώτη Μιλτ. Παπαμανώλη, η "Δωδεκανησιάκη Αυγή":

"Τα χωριά άδειασαν σε ολίγα λεπτά! Οι Πυλιάτες τράβηξαν για τους Εύρους, οι Οθείτες κατά τη Χόμαλη, οι Βωλαδιώτες πήραν δρόμο για τη Λάστο και οι Απερίτες κατά την Αγκινάρα και τον Άη Λιά" (έκδοση Ιανουαρίου 1925).

Η «Δωδεκ. Αυγή» διακωμώδησε την υπόθεση και μάλιστα αφιέρωσε αρκετά χιουμοριστικά δίστιχα που γράφτηκαν για το «κακό μαντάτο»:

«Πάνω στα τέλη του Μαγιού κι αρχές του αλωνάρη

Του Μαυρομάτη η Φωτού έφερε το Χαμπάρι...

Ούλοι εφοηθήκασει κι ούλοι κατατρομάξα

Πούρταν οι Τούρκοι στο Λευκό και τους αθρώπους σφάξα!

…Οι Ιταλοί εφοήθησα, δε ξέρουν τι να κάνου

Τα όπλα που βαστούσασι την ώρα κείνη χάνου.

Μα η Παναγιά η βρυσιανή, από το Μεσοχώρι

Δεν άφηκε τη Κάρπαθο να γίνει τουρκοχώρι».

Οι πιο νηφάλιοι Μεσοχωρίτες δεν έχασαν χρόνο, πολύ σύντομα ξεκαθάρισαν τις φανταστικές θεωρίες και τα ψέμματα που είχαν φουσκώσει το κορμάκι της αληθινής ιστορίας. Να τι πραγματικά είχε συμβεί: Μια ομάδα Εγγλέζων είχαν κατέβει στο νησί για να ξεθάψουν έναν δικό τους νεκρό ναύτη, (για δυο χαμένους ναύτες αναφέρεται στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του ο Ν. Φιλιππίδης).

Λίγα χρόνια νωρίτερα, μέσα στον 1οΠαγκ. Πόλεμο, ένα γερμανικό υποβρύχιο είχε τορπιλίσει κάποιο εγγλέζικο πολεμικό πλοίο, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν ναύτες και να τους θάψουν σε κείνη την περιοχή της Καρπάθου. Οι Εγγλέζοι που έφτασαν με το καΐκι ήθελαν να ξεθάψουν και να μεταφέρουν ότι απέμεινε από τα οστά των στρατιωτών τους και να τα θάψουν με τιμές στην πατρίδα τους (τον Ιούνιο του 1921 δημιουργήθηκε ένα εγγλέζικο νεκροταφείο στην Σύρο). Αυτούς είχε δει η γυναίκα να αποβιβάζονται στον Λευκό και την έπιασε τρόμος και φρενίτιδα, δικαιολογημένα αφού οι αρχές είχαν φουσκώσει τα μυαλά του κοσμάκη για τον ερχομό των τριμμάτιων μοβόρων πειρατών!

Το επεισόδιο αποδίδεται με ζωντανά ανεξίτηλα χρώματα μέσα από την πένα του Νίκου Φιλιππίδη. Ο συγγραφέας ήταν μόλις δέκα ετών και όπως γράφει, το χωριό του, η Βωλάδα, εγκαταλείφθηκε από του κατοίκους που έτρεξαν να προστατευτούν πίσω από τους καραμπινιέρους Ιταλούς στα Πηγάδια.

Είναι χαρακτηριστική η σκηνή με πρωταγωνίστρια τη μητέρα του, όταν εκείνη κλαίγοντας έσκαψε ένα λάκκο και έθαψε όλα τα χρυσαφικά της φαμίλιας για να γλυτώσουν τους άτιμους πειρατές! Μάλιστα πίεζε τα παιδιά της να μην ξεχάσουν το σημείο που έθαψε την περιουσία τους.

Αλλά και ο Γιάννης Κασσώτης θυμάται τις διηγήσεις του πατέρα του.

Εκείνος ήταν Συμιακός έμπορος και είχε βρεθεί στον Άγιο Νικόλα με το καΐκι του φορτωμένο με μπακαλιάρους. Όσοι βρέθηκαν στον λιμανάκι των Σπόων, έτρεξαν στον Κασσώτη, ποδοπάτησαν τα ψάρια και παρακάλεσαν να λύσει τους κάβους και να φύγουν άρον-άρον για τα Πηγάδια μήπως και γλυτώσουν από τους πειρατές.

Τις επόμενες μέρες, όταν κόπασε ο θόρυβος και αποκαλύφθηκε η αλήθεια, ο κοσμάκης ξεθάρρεψε και είναι αλήθεια ότι οι φιλότιμοι Σποϊτες δεν ξέχασαν τη ζημιά που είχαν κάνει στο καΐκι, πλησίασαν τον Κασσώτη, ζήτησαν συγγνώμη και πλήρωσαν για το εμπόρευμα, τους μπακαλιάρους που είχαν ποδοπατήσει πάνω στη ταραχή τους.

dimellasm@hotmail.com

 

Φωτογραφικό υλικό

Προτάσεις Verena

Από την Νέμεσις – Πανελλήνια Ομοσπονδία για το περιβάλλον, τα ζώα, το κυνήγι, εκδόθηκε η ακόλουθη...
Μπορεί να κάνει σήμερα τον ανήξερο ο δήμαρχος Ρόδου Αλέξης Κολιάδης όμως στην συνεδρίαση του...
Χθες ομόφωνα το περιφερειακό συμβούλιο Νοτίου Αιγαίου αποφάσισε και ζητά την μείωση των ελαφιών στη...
Αρχισαν τα...γαλλικά στο νέο δημοτικό συμβούλιο Ρόδου πολύ νωρίτερα απ ότι αναμενόταν!....Σε μια...