Ο λαϊκός ηγέτης της Καρπάθου Γιάννης Μελασσιανός, του Μανώλη Δημελλά

Η Κάρπαθος το 1900 είχε 10.000 κατοίκους, εκατό εκκλησιές και είκοσι σχολεία.

Η ζωή δεν ήταν εύκολη, αγροτικές εργασίες που ξεκινούν με το χάραμα και κλείνουν με την δύση ήλιου.

Ξερονταρκανιασμένοι από το λιοπύρι, ξυπόλητοι, πεινασμένοι αγωνιστές μιας δύσκολης καθημερινότητας.

Μοναχά οι περαστικοί πειρατές αναστατώνουν την ημέρα και έκαναν ακόμη πιο σκοτεινή και φοβιστική τη νύχτα τους, τα μεγάλα ζόρια ήταν για εκείνους που κατοικούσαν κοντά στις ακτές, ο τρόμος έβαζε φωτιά στα σωθικά κάθε που φαινόταν ένα άγνωστο σκάφος να πλευρίζει στα βράχια του νησιού.

Ο κουρσάρος με «ιδιαίτερη» αδυναμία στην Κάρπαθο, ήταν ο Γιώργος Μαμής, γνωστός με το παρατσούκλι «Φανάρης», που αναγνωρίστηκε αρκετές φορές τριγύρω και πάνω στο νησί.

Σε μια από τις τελευταίες του επιδρομές πιάστηκε από τις δυνάμεις της Κρητικής πολιτείας, αφού νωρίτερα κατάφερε να σφάξει τον καπετάνιο και ιδιοκτήτη ενός ιστιοφόρου, τον Γιώργο Πανάλη και να αρπάξει 700 τουρκικές λίρες, στην ομολογία του αποκάλυψε οτι είχε πετάξει το πτώμα στα Αρμάθια, τα νησάκια μεταξύ Κάσου και Καρπάθου.

Στις αρχές του 1910, έστειλαν το Γιώργη της Μαμής δεμένο χειροπόδαρα στην Αθήνα, όπου και καταδικάστηκε, μα φαίνεται τελικά πως τα κατάφερε, την κοπάνησε και συνέχισε με ζωντάνια την δράση του, αυτή την φορά στα κυκλαδονήσια.

Η ληστοπειρατεία από τον προηγούμενο αιώνα ήταν καθημερινότητα για την Κάρπαθο, από την μια τα δύσκολα θαλασσινά περάσματα, που ήθελαν καπεταναίους με τσαγανό, από την άλλη τα κρυμμένα λιμάνια, έδιναν στους πειρατές φυσικούς κρυψώνες και ορμητήρια για την δράση τους.

Με ένα άλλο πειρατικό βαπόρι, μια τρικάταρτη, μεγάλη σκούνα σαρακηνών, έφθασε στην Κάρπαθο και ένας παράξενος κρυφό-χριστιανός ναυτικός στο πλοίο των κουρσάρων, το όνομα του δεν το θυμόταν πια κανείς, ήταν ο Μελασσιανός, ένας άντρας με καταγωγή από τα Μυλάσα της Μικράς Ασίας.

Τα πρώτα χρόνια είχαν αρπάξει το παιδί και τον έκαμαν γενίτσαρο, (yeni çeri, που σημαίνει «νέος στρατός»), εκπαιδεύτηκε στα βάθη της Ασίας, δεν τον προόριζαν για γράμματα, ούτε για τα παλάτια της πόλης, ήταν ένα ρωμαλέο παιδί και έτσι από νωρίς έμαθε στα μουσκέτα και στα άγρια παλέματα.

Στο νησί, την Κάρπαθο, είχε κάνει πολλές επιδρομές, ήταν ένας τόπος που τον είχε μαγέψει, από την μιά το τσαγανό των κατοίκων και από την άλλη το άγριο του τοπίου, τον έκαναν να εγκαταλείψει τα κουρσέματα και να σταθεί μόνιμα πάνω στον μικρό μα λατρεμένο τόπο.

Η ευκαιρία του δόθηκε γύρω στο 1800, όταν έμαθε πως προετοίμαζαν μεγάλη επιδρομή-σφαγή.

Η παράδοση λέει ότι ο Μελασσιανός βγήκε κρυφά από το πλοίο και ειδοποίησε τους νησιώτες, εκείνοι προφυλάχθηκαν από τους πειρατές, ενώ ο άγνωστος ναύτης κατάφερε να στεριώσει και να κάνει οικογένεια στην Κάρπαθο.

Εγγόνι του ιδιόρυθμου φιλότιμου πειρατή, γεννημένο το 1849 ένας από τους σπουδαιότερους Μενετιάτες, ένας Καρπάθιος που κατάφερε να ξεχωρίζει μέσα στο αδυσώπητο κατέβασμα του χρόνου.

Ο Γιάννης Μελασσιανός από μικρός έμαθε γράμματα, γνώριζε απέξω όλη την τούρκικη νομοθεσία, αλλά και το ιδιαίτερο κληρονομικό εθιμικό δίκαιο της Καρπάθου. Παντρεύτηκε με πίεση, με ένα βιαστικό προξενιό την Βενετία, του Αλέκου Αλέξη. Όμως η ασυμφωνία χαρακτήρων έκανε τον πρώτο γάμο να ναυαγήσει πολύ γρήγορα, η η λύση του γάμου έγινε μόλις την πρώτη νύχτα του ζευγαριού και ήταν μια θύελλα για την εποχή.

Ξαναπαντρεύτηκε, την Φωτεινούλα, του Μιχάλη Πέρου. Έκαναν μαζί επτά γυιούς και δυο κόρες.

Όσοι μιλούσαν για τον Μελασσιανό είχαν μοναχά παινέματα.

Δύσκολο να κυλά ο χρόνος και να μην κάνεις εχθρούς, γίνεται ακόμη δυσκολότερο όταν ο ρόλος στο νησί είναι του δικαστή.

Ο εγγονός του περίεργου κουρσάρου κατάφερε να γίνει Αζάς,

Δηλαδή μέλος του τουρκικού δικαστηρίου, μια θέση που κράτησε με την αγάπη και την πίεση των κατοίκων μια εικοσαετία παρά έναν χρόνο! Επίσης διετέλεσσε διευθυντής του ταχυδρομείου της Καρπάθου και γενικός αντιπρόσωπος της Γαλλικής εταιρίας Ρεζή, που είχε το γενικό μονοπώλιο καπνού και αλατιού στα Δωδεκάνησα.

Τα σπουδαία προσόντα του δεν χωρούσαν αμφιβολία, έξυπνος, μορφωμένος, αποφασιστικός και διορατικός, μα πάνω από όλα έντιμος, τόσο που και στις δύσκολες δικιές μας μέρες και με τόσα χρόνια περασμένα,

το όνομα του δεν έχει τίποτε για να χάσει τη λάμψη του.

Ψηφίστηκε πολλές φορές Αζάς, χαρακτηρίστηκε αρχηγός των Μενετιατών και κατάφερε τα δυο γειτονικά χωριά, οι Μενετές και η Αρκάσα, να χαρακτηριστούν ενιαίος Δήμος.

Με δικές του ενέργειες καθορίστηκαν τα όρια και των υπολοίπων Δήμων του νησιού, Μενετών, Απερίου, Όθους, Βωλάδος και Πυλών.

Η χαρτογράφηση των ορίων που εκείνος πέτυχε, βοήθησε στην διακοπή των πολλών και μεγάλων εντάσεων μεταξύ των χωριανών, που ήταν η φυσική συνέπεια της μέχρι τότε ανεξέλεκτης βοσκής των ζώων. Εκείνα τα χρόνια μοναχά η αγροτική οικονομία συντηρούσε τις φαμίλιες, έτσι τα ζώα ήταν πολλά και συνήθως έβρισκαν τροφή σε βοσκοτόπια που τα διεκδικούσαν όλοι με αποτέλεσμα τους πολλούς και ατελείωτους καβγάδες.

Όμως η μεγάλη του επιτυχία ήταν η πρόβλεψη του Μελασσινού για το ψαροχώρι Πηγάδια, εκείνος διέβλεψε πως θα γινόταν το κέντρο της Καρπάθου, έτσι επέμεινε και τελικά κατάφερε την μεταφορά των υπηρεσιών, στην ουσία της πρωτεύουσας, από το χωριό Απέρι στο μικρό και άγνωστο λιμανάκι, στα σημερινά Πηγάδια, μάλιστα κατάφερε να πείσει τον Μενετιάτη φίλο του, μεγαλοεργολάβο Νίκο Μακρή να διαθέσει 80.000 γρόσια και να χτιστεί στο σημερινό Κονάκι, στο κέντρο των Πηγαδίων, το κτίριο που στέγασε όλες τις μετέποιτα υπηρεσίες (διοίκηση, δικαστήρια, αστυνομία, ταχυδρομείο) του νέου δήμου.

Ο Μελασσιανός έκανε πολλούς εχθρούς, η μεταφορά του δήμου στα Πηγάδια αλλά και η σταθερά έντιμη στάση του, απέναντι σε όλους είχαν σαν αποτέλεσμα πολλούς να μην χάνουν ευκαιρία και να τον «πετροβολούν».

Η πιο μεγάλη στιγμή του Γιάννη Μελασσιανού ήταν η κατηγορία από τους Τούρκους σαν πρωτεργάτη στασιαστών και η φυλάκιση του στην Ρόδο.

Ήταν η εξέγερση του 1888, το νησί έβραζε από την άθλια και ποταπή συμπεριφορά του Τούρκου διοικητή, που έκανε διακρίσεις και αποφάσιζε με μοναδικό γνώμονα το δικό του μικρό προσωπικό συμφέρον.

Δεν υπήρξε Καρπάθιος που να κρύβει την οργή του, ξεσηκώθηκαν όλοι, εκτός φυσικά λιγοστών «φίλων» των Τούρκων, μπροστάρης στην αντίδραση ο Αζάς Μελασσιανός, που δεν άφησε ποτέ την αδικία να σκεπάσει την αλήθεια.

Μετά από δική του προτροπή, στάλθηκε ένα υπόμνημα, κείμενο υπογεγραμμένο από τους κατοίκους του νησιού, για την αντικατάσταση του διοικητή στον τότε Πασά της Ρόδου, τον Φερίκ Πασά. Όμως οι πολιτικοί αντίπαλοι του, τα κατάφεραν, έκαναν την διαμαρτυρία, να μην ταξιδέψει κι έτσι να μη φτάσει ποτέ στον προορισμό της.

Με μυστικές συσκέψεις και διαβουλεύσεις στις Μενετές, αποφάσισαν διώξουν με την βία τον Τούρκο διοικητή! Στις γραπτές αναφορές της εποχής βρίσκουμε τον Καρπάθιο ήρωα της Κρητικής επανάστασης του 1866, τον Μενετιάτη Βασιλή Πήλιαρη, το θηρίο όπως τον λέγανε, να έχει σηκώσει στα χέρια τον Τούρκο και να τον πέτα βίαια μέσα σε ένα άθλιο και βρωμερό ψαροκάϊκο, με προορισμό την Ρόδο.

Η εξέγερση πέτυχε, έδιωξαν τον διοικητή και την όλη επαναστατική κίνηση χρεώθηκε ο Γιάννης Μελασσιανός, που χρεώθηκε ως υποκινητής στάσης και μεταφέρθηκε σιδεροδέσμιος στις φυλακές της Ρόδου, όπου και φυλακίστηκε για ένα χρόνο.

Με πρωτοστάτη τον παπα-Νικόλα Σακελλαρίδη που γύρισε όλη την Ελλάδα οι Καρπάθιοι κινητοποίηθηκαν, μάζεψαν χρήματα και συσπειρώθηκαν γύρω από τον Μελλασιανό.

Αθωώθηκε σε μια δίκη που έγινε στην Κωνσταντινούπολη και μάλιστα τιμήθηκε με το παράσημο του 5ου Μεζητιέ, έτσι το 1889, σε ηλικία 40 ετών, ξαναγύρισε στην προηγούμενη θέση του, δικαστής του νησιού.

Δεν κράτησε κακία, δεν έβγαλε το μίσος στους ανθρώπους που τον κατηγόρησαν και με ψέμματα τον έστειλαν σε δίκη. (Ο ξεσηκωμός των Καρπαθιών κατά των Τούρκων και η περήφανη στάση του Μελασσιανού καταγράφεται έμμετρα από τον Μενετιάτη ποιητή Ηλία Δρόσο).

Έμεινε χρόνια στην θέση του Αζά, άλλα και σε αυτή του Δημάρχου Μενετών, που θεωρούσε πως του ταίριαζε περισσότερο.

Το 1905 ταξίδεψε στα παιδιά του στην Νέα Ορλεάνη, που στεκόταν πάντοτε δίπλα, ένιωθε πως τα δικά του χαρίσματα, την δεινότητα του λόγου αλλά και την ντομπροσύνη, την είχε κληρονομήσει ο πρωτογιός του Βασίλης, που τον σπούδασε νομικά στη Σμύρνη, ο Βασίλης έγινε Αζάς (1901-1912) και στη συνέχεια άσκησε δικηγορία στο νησί.

Λίγο πριν καταλάβουν τον τόπο οι Ιταλοί ο Μελασσιανός έδειξε την διορατικότητα του προβλέποντας τα δεινά που θα φέρουν οι νέοι κατακτητές και πρότεινε αφού διώξουν τους Τούρκους, να υψώσουν ελληνική σημαία και να πολεμήσουν απέναντι στους κατακτητές, να μην τους αφήσουν να ανέβουν στο νησί. Να αποφύγουν το σκοτεινό, μαύρο μέλλον που προεγγραφόταν στα σύννεφα που έφερνε ένας τρικολόρε πουνέντης πάνω από την Κάρπαθο.

Δεν τον άκουσε κανένας, οι Ιταλοί κατέλαβαν τον τόπο και μια από τις πρώτες κινήσεις τους ήταν να τον εξορίσουν αφού οι «καλοθελητές», κάρφωσαν τον Μελασσιανό ως επαναστάτη.

Βρέθηκε στην άκρη του Αφιάρτη, σε κατοίκον περιορισμό στο κτήμα του, στον Λευκαντρίτη για δυο χρόνια, από το 1912 μέχρι το 1914, εκεί έζησε έρημος και παρατημένος.

Κυνηγήθηκε από τους κατακτητές Ιταλούς μέχρι τον θάνατο του, το 1936 στις Μενετές.

Ο ψηλός κοτσονάτος γέρος, που συνήθιζε να παίζει σκαμπίλι και να συμβουλεύει τους νέους με προσεκτικά και μετρημένα λόγια, έφυγε 87 ετών πλήρης, με εξαιρετική διαύγεια, οι επόμενες γενιές δεν έπαψαν να τον μελετούν και συχνά να λένε σαν παραμύθι την ιστορία του.

Μετακόμισε στον ανεμόμυλο, στην αιώνια άνοιξη, μακριά από όλα τα δικά μας μονάκριβα πάθη.

Οι ιστορίες μπορεί πρόσκαιρα να ξεχαστούν, όμως μοιάζουν με τις κρυμμένες υδατογραφίες, σαν κοιμισμένα γράμματα, γυρνούν μπροστά κάθε που η ανηφόρα γίνεται πιο δύσκολη και μας κάνουν να αναθαρρούμε, υπήρξαν λοιπόν κάποιοι που το δύσκολο το είχαν για καθημερινό ψωμοτύρι, το ζόρικο ήταν το δικό τους μικρό ξύλινο παιγνίδι και εμείς πάνω στις αποσπερίες μας κάνουμε μύθους τα κατορθώματα τους, γυρνάμε χιλιάδες μέτρα φίλμ, κλακέτες χτυπούν μέσα στο μυαλό και ανεβαίνουν εικόνες από επικές ταινίες, μόνο στο άκουσμα των ονομάτων τους.

Μα είναι τόσο παράξενο, να οδηγούν την κούρσα του χρόνου, να πιάνουν το τιμόνι της ζωής εκείνοι που δεν είναι πια κοντά μας!

Όσο κι αν ξεθώριασαν οι παλιακές μαυρόασπρες εβδομαδιαίες φωτογραφίες τους και στέκουν γυμνές από περιγράμματα, τα αχνά πρόσωπα κουβαλούν την ιστορία και παραμένουν φορτωμένα ζωή.

(Για την καταγραφεί βοήθησαν οι σημειώσεις του Ηλία Χωρατατζή, του Γιώργου Σακελλάκη, του Κων/νου Μελά, οι κουβέντες της Φανής Δημελλά, κυρίως ήταν ο εγγονός του Γιάννης Μελισσηνός, που περιέγραφε με απίστευτη αγάπη την ιστορία του παππού του και ο ταλαντούχος Μενετιάτης ποιητής Ηλίας Δρόσος, που το 1901 έγραψε έμμετρα όλη την ιστορία του προέδρου της Καρπάθου. Ο Ηλίας Δρόσος σκοτώθηκε πολύ νέος στα νταμάρια της Πεντέλης, έτσι η Κάρπαθος έχασε ένα πολύ μεγάλο ταλέντο).

 

Φωτογραφικό υλικό

Προτάσεις Verena

Από την Νέμεσις – Πανελλήνια Ομοσπονδία για το περιβάλλον, τα ζώα, το κυνήγι, εκδόθηκε η ακόλουθη...
Μπορεί να κάνει σήμερα τον ανήξερο ο δήμαρχος Ρόδου Αλέξης Κολιάδης όμως στην συνεδρίαση του...
Χθες ομόφωνα το περιφερειακό συμβούλιο Νοτίου Αιγαίου αποφάσισε και ζητά την μείωση των ελαφιών στη...
Αρχισαν τα...γαλλικά στο νέο δημοτικό συμβούλιο Ρόδου πολύ νωρίτερα απ ότι αναμενόταν!....Σε μια...