Κάρπαθος. Από τα γαμπρίκια και τα νυφίκια στην αυτοκτονία, του Μανώλη Δημελλά

Κάρπαθος. Από τα γαμπρίκια και τα νυφίκια στην αυτοκτονία

Στα σκοτεινά σοκάκια των Πηγαδίων ξεχώριζες μονάχα σκιές κι αυτές αν το φεγγάρι ήταν γεμάτο κι έστεκε μοναχό του στον ουρανό.

Η ιστορία δεν είναι πρόσφατη, έρχεται από την εποχή των Ιταλών, τότε μόλις είχαν αναλάβει το νησί, ξεκίνησαν να τοποθετούν λάμπες πετρελαίου στα πιο γνωστά περάσματα κι αυτή ήταν δουλειά του κυρ-Σπύρου.

Ξερακιανός τύπος, αυτός ο μικροκαμωμένος Χαλκίτης, κάθε απόγεμα έπαιρνε παραμάσχαλα τα εργαλεία και με υπομονή περπατούσε ξυπόλητος στις γειτονιές, γέμιζε με πετρέλαιο τα φανάρια, πότε-πότε άλλαζε το φιτίλι, έπειτα, πάνω που άρχισε πια να σουρουπώνει, ξέγνοιστος από το καθημερινό χρέος, τραβούσε για το μικρό του γιατάκι, ενώ το λιμάνι, έτσι όπως αχνόφεγγε από τους λιγοστούς λύχνους, καθρέφτιζε στη θάλασσα τις πέτρες δίπλα-δίπλα με τις ψαρόβαρκες.

Το ασθενικό κίτρινο φως του κυρ-Σπύρου, που πέθανε όταν πάτησε ένα καρφί και δεν βρέθηκε γιατριά στο πρόβλημα του, κρατούσε μέχρι τις πρώτες ώρες της νύχτας, έπειτα το σκοτάδι κι υγρασία ρουφούσαν την μικρή πόλη, κανείς δεν είχε όρεξη για βόλτες, ίσως τίποτε στρατιώτες να άλλαζαν βάρδια και κάποιοι ερωτευμένοι, εκείνοι κρατούσαν την ανάσα τους και περίμεναν μέχρι να δουν, να αισθανθούν, την αύρα από το γνώριμο λατρεμένο πρόσωπο των αγαπημένων τους.

Ο έρωτας, αυτό το απαγορευμένο φρούτο, ήταν επιτρεπτός μονάχα όταν συμφωνούσαν και έδιναν την άδεια τους οι φαμίλιες!

Ήταν η εποχή που “δούλευαν” οι προξενήτρες και οι άγραφοι ηθικοί κώδικες έστεκαν λίγο ψηλότερα από τις επιθυμίες των ανθρώπων.

Πέρα από τους άγραφους κανόνες που τραβούσαν αιώνες προς τα πίσω, άξιο αναφοράς είναι και το ιταλικό avisso, δηλαδή το φιρμάνι για την «προγαμιαία δωρεά στις άπορες κορασίδες» του νησιού, όταν ο γαμπρός ήταν Ιταλός στρατιώτης!

Όσο για τους ακούνητους άγραφους καρπάθικους κανόνες υπήρχαν τα “νυφίκια”, τα “γαμπρίκια” και κάπως σπανιότερα τα “πεθερίκια”.

Αυτά αναφέρονται στις περιπτώσεις που το ζευγάρι δεν βρισκόταν στην ίδια θέση (κοινωνική ή οικονομική), ουσιαστικά καθόριζαν το μέλλον μιας σχέσης.

Όσο για τα απαγορευμένα ή κάποιες φορές φτωχά άκληρα ζευγάρια, υπήρχε μόνο μια λύση, η συμφωνημένη απαγωγή!

Να ξεκαθαρίσουμε ότι όταν μιλάμε για “γαμπρίκια” εννοούμε τα δώρα της νύφης προς τον γαμπρό, ενώ όταν μιλάμε για “νυφίκια” εννόουμε αντίστοιχα τα δώρα του γαμπρού προς τη νύφη.

Το γαμπρίκιο, εκδήλωση τιμής, αγάπης και παρακλήσεως, κατά τον Ι.Ν. Παραγυιό, δινόταν στην περίπτωση που ο γαμπρός ήταν σε ανώτερη κοινωνική θέση από τη νύφη, αν για παράδειγμα η νύφη δεν ήταν κανακαρά, (δηλαδή δεν ήταν πρωτοκόρη) ή δεν είχε αντίστοιχη περιουσία με τον γαμπρό, τότε το γαμπρίκιο ήταν δεδομένο και πολλές φορές προ-απαιτούμενο.

Όσο για τα νυφίκια, που συνήθως ήταν χρήματα, δινόντουσαν σε διάφορες περιπτώσεις, όπως αναφέρει ο Μιχ. Μιχαηλίδης Νουάρος, όταν η νύφη είχε περιουσίες σε γη αλλά δεν είχε χρήματα, ή στην περίπτωση μιας νύφης που ήταν όμορφη και περιζήτητη ή αν ήταν μορφωμένη και πνευματικώς ανώτερη του γαμπρού.

Ακόμη μια λίγο διαφορετική περίπτωση είναι το «πεθερίκι», αυτό δινόταν στην περίπτωση που μια πεθερά ή ένας πεθερός δεν συμφωνούσε με τον γάμο, έτσι μόλις τους έταζαν ένα χρηματικό ποσό συνήθως όλες οι αντιρρήσεις πήγαιναν περίπατο.

Σε ένα τόσο αυστηρό περιβάλλον μόνο τα μάτια μπορούσαν να διαλέξουν ταίρι κι ύστερα η φαντασία να αναλάβει την αιώνια δουλειά της, γιατί αν το κορίτσι ή το αγόρι ήταν από διαφορετική κοινωνική θέση, ή αν η προσδοκόμενη νύφη ήταν καλοπροικισμένη πρωτοκόρη (ή εάν αυτό συνέβαινε με τον υποψήφιο γαμπρό), τότε μόνο με αντίστοιχη κοινωνική θέση επιτρεπόταν ακόμη και το όνειρο ενός γάμου!

Μέσα σε ένα ερμητικά κλειστό και αυστηρό περιβάλλον, στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, αναπτύχθηκε ένας δυνατός έρωτας, από κείνους που τους συναντάς σε παλιά ρομάντζα και αν είσαι λίγο ευαίσθητος τα καταπίνεις μονορούφι.

Το κορίτσι, σπάνιο για την εποχή, ήξερε μπόλικα γράμματα, ήταν έξυπνη, με δυναμικό χαρακτήρα, είχε μέλλον στην Αθήνα, όμως γύρισε στο νησί, δεν χρειάστηκε χρόνος, στα γρήγορα διάλεξε τον άνθρωπο της.

Και το παλικάρι ξεχώριζε, λένε μάλιστα ότι ήταν από τους ομορφότερους άντρες πάνω στο μικρό τόπο!

Τα ραντεβουδάκια εκείνη την εποχή ήταν αδιανότητα, ίσως κάποιο κρυφό ραβασάκι, ένα σκονάκι με δυο μετρημένα λόγια κι αυτά αν υπήρχε πρόσωπο εμπιστοσύνης για να το μεταφέρει με ασφάλεια.

Ο ανομολόγητος έρωτας σπάνια έβγαινε μέσα από τα μάτια μέχρι να συμφωνήσουν και να τα βρουν οι οικογένειες, τότε πια το πράμα έπαιρνε άλλη τροπή, οι ερωτευμένοι περίμεναν την ευλογία του παπά, τη δεδομένη συμφωνία του Θεού και τότε έπαιρναν φωτιά τα παινέματα των γειτόνων.

Όμως για το ζευγάρι της ιστορίας μας οι οικογένειες σφάλισαν τα στόματα τους, δεν έλεγαν το ναι! Οι κοινωνικές τάξεις ήταν διαφορετικές, έτσι το σούσουρο σίγουρα θα ήταν μεγάλο.

Αν μπορούμε να τους ονομάσουμε ζευγαράκι, έψαχναν τις πιθανές λύσεις στο άλυτο πρόβλημα, από την άλλη δεν ήθελαν να στεναχωρήσουν, ούτε να πικράνουν τις οικογένειες τους με έναν κρυφό γάμο.

Τα σόγια είχαν αποφασίσει, δεν θα προχωρούσε αυτή η ιστορία.

Έλα που ο έρωτας δε λογαριάζει από τέτοιους ξεροκέφαλους κανόνες, δόθηκε μυστικό ραντεβού σε ένα κοντινό νησί, εκεί είχαν σκοπό να ξεκαθαρίζουν την κατάσταση!

Το παλικάρι φαίνεται πως δείλιασε, δεν αποφάσιζε να προχωρήσει δίχως την ευλογία της οικογένειας του, έτσι το στεφάνωμα δεν προχώρησε.

Τότε γεννήθηκαν τα μεγαλύτερα και αξεπέραστα βασανιστικά διλήμματα για τη νεαρή γυναίκα.

- Άραγε με τη μούτρα θα επέστρεφε στο σπίτι;

- Τι θα απαντούσε στην αδιάκοπη μούγρα των δικών της;

- Με τι τρόπο θα σκέπαζε τις φιδίσιες γλώσσες των γειτόνων, που δεν έλεγαν να σταματήσουν τους ψιθύρους;

Μόνο πίκρα θα προσέφερε στους γονείς της, αφού στις μικρές και κλειστές κοινωνίες το κουτσομπολιό είναι το πιο δημοφιλές σκληρό καθημερινό «παιγνίδι» και θρέφει ολάκερες γενιές.

Το κορίτσι δεν άντεξε το βάρος, δεν μπορούσε να επιστρέψει στο νησί, δεν υπήρχαν δικαιολογίες για την απουσία της.

Η αγωνία και το άγχος σιγότρωγαν το μυαλό, μέχρι που έγιναν τέρατα και την πήραν στο κατόπι, έτσι αποφάσισε να δώσει τέρμα στη ζωή της.

Αγόρασε δηλητήριο, επέστρεψε στο ξενοδοχείο και εκεί, μόνη, δίχως κλάψες, μακριά από κουβέντες, έγραψε το δραματικό τέλος της.

Ο ανολοκλήρωτος έρωτας την οδήγησε στην αυτοχειρία.

Τέτοιες ιστορίες, ίσως διαφορετικές χωρίς κατάμαυρο τέλος, μένουν κλειδωμένες στις ψυχές των συγγενών, ούτε τα μνήματα δεν είναι ικανά να τις διαγράψουν.

Στεκουμε μόλις 100 χρόνια μακριά από την καρπάθικη περιπέτεια με το πιο σκοτεινό τέλος, τίποτε δε θυμίζει εκείνη την εποχή, ωστόσο εκείνοι που γνωρίζουν την ιστορία εξακολουθούν να σκοτεινιάζουν κι αναρωτιούνται:

- Άραγε πόσο σκληροί μπορούμε να γίνουμε με τους εαυτούς μας, αλλά και τους σημαντικούς άλλους που βρίσκονται γύρω μας;

- Ποιο είναι το αληθινό τίμημα όταν, για χάρη της περιουσίας, η στρόφιγγα των συναισθημάτων κλείνει τόσο εύκολα;

dimellasm@hotmail.com

 

Φωτογραφικό υλικό

Προτάσεις Verena

Από την Νέμεσις – Πανελλήνια Ομοσπονδία για το περιβάλλον, τα ζώα, το κυνήγι, εκδόθηκε η ακόλουθη...
Μπορεί να κάνει σήμερα τον ανήξερο ο δήμαρχος Ρόδου Αλέξης Κολιάδης όμως στην συνεδρίαση του...
Χθες ομόφωνα το περιφερειακό συμβούλιο Νοτίου Αιγαίου αποφάσισε και ζητά την μείωση των ελαφιών στη...
Αρχισαν τα...γαλλικά στο νέο δημοτικό συμβούλιο Ρόδου πολύ νωρίτερα απ ότι αναμενόταν!....Σε μια...