Η Άλωσις - Του Γιάννη Φλεβάρη

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ -Η Άλωσις: Η Ιστορία καταγράφει τα δρώμενα και τη διαδρομή των λαών στο χρόνο, αλλά παραδόξως αποτελεί ακριβό και δυσβάσταχτο βάρος κάθε μεγάλη ιστορική πορεία, διότι αναφέρεται σε πολύ περισσότερες μνήμες από αυτές που μπορεί ο καθείς να σηκώσει. Μεγάλη, μακρά και μοναδική είναι η Ελληνική Ιστορία. Μελετούνται πρόσωπα, Πολιτείες και Πολιτικές με σημείο εκκίνησης αναφορές στους Μύθους και τους Θεούς της αρχαίας εποχής δια του γραπτού λόγου, όμως η απόσταση της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και εν συνεχεία της Βυζαντινής από τις σημερινές κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες είναι τόση ώστε πολλοί δεν την αντιλαμβάνονται ως «κάτι που θα μπορούσε να έχει πρακτικό νόημα στη ζωή». Στον διάλογο της συγκρότησης, της σύνθεσης και της συνέχειας του Ελληνικού Έθνους εισέρχεται θεμελιωδώς η περίοδος του Βυζαντίου καθώς αυτή συνιστά άρρηκτο αυτοτελή δεσμό στην εξύφανση του ελληνικού παρελθόντος. Ανατρέχοντας στην 29η Μαΐου 1453 και γενικά στην πτώση και την άλωση της Πόλης οδηγούμαστε «δια λόγων» και «δια μύθων» στα γεγονότα που σφράγισαν και σημάδεψαν τον ρουν της ιστορίας. Ο όρος Βυζάντιο καθιερώθηκε για την ονομασία της ελληνοποιημένης Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που επηρέασε καταλυτικά τη διαμόρφωση της πορείας των εθνών, έως τα σημερινά σύγχρονα κράτη. Ο Άγγλος Βυζαντινολόγος και Ελληνιστής Sir S. Runciman (Στήβεν Ράνσημαν) που ανέσυρε το Βυζάντιο από μια σχετική ερευνητική αφάνεια, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι: «όχι μόνο οι Έλληνες, αλλά και όλοι οι κληρονόμοι του Χριστιανικού πολιτισμού οφείλουμε να ενθυμούμεθα με ευγνωμοσύνη αυτήν την Βυζαντινή Αυτοκρατορία». Η ευγνωμοσύνη αυτή συνενωμένη με σεβασμό προς τα όσα ενσαρκώνει ο θυρεός του δικέφαλου αετού, το εν τούτω νίκα, η Αγιά Σοφιά και η ίδια η χιλιετής αυτοκρατορία, αποτελεί το γονιμοποιό σπέρμα ενός σπουδαίου έργου. Το έτος 324 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος εμπνεύστηκε την θεμελίωση νέας πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην περιοχή του Βοσπόρου και της Προποντίδος οραματιζόμενος μια πόλη που θα έφερε το όνομα του σε στρατηγική θέση που θα ένωνε την Ανατολή και Δύση. Η κτήσις της Κωνσταντινουπόλεως έγινε στις 11η Μαΐου του 330 μ.Χ. Η «Πόλις» αποτέλεσε οικουμένικο κέντρο που γήτευσε, καθοδήγησε και ενέπνευσε τους λαούς με το μεγαλείο της και έγινε η «Βασιλεύουσα», η «Νέα Ρώμη» και κοιτίδα αλλά και πεδίο γιγάντωσης, πνευματικής και συνοδικής υποστήριξης της νέας κυρίαρχης θρησκείας του Χριστιανισμού. Για έντεκα αιώνες η Κωνσταντινούπολη ήταν το κέντρο ενός φωτισμένου κόσμου και ο φάρος του ελληνικού Πολιτισμού. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία αν και καταδίωξε την αρχαία ελληνική θρησκεία έγινε κοινωνός της ελληνικής γλώσσας και ελληνικού πολιτισμού και έτσι με ειρηνική κατάκτηση και αναίμακτη κυριαρχία «στην επτάλοφο έφθασε το σπαθί των Ελλήνων». Πραγματοποιείται έτσι και ολοκληρώνεται μια ανακύκλισις της Ιστορίας που ξεκινάει από τον Τρωικό Πόλεμο, το Δούρειο ίππο, την αδελφοκτόνο διαπάλη των Πελασγών Τρώων από τους όμαιμους και ομόδοξους Έλληνες, την εκπόρθηση και εκ βάθρων καταστροφή του Ίλιου (Τροίας) με ξίφος και φωτιά που κατέκαψε έως και τους ναούς των (Ελλήνων) θεών και την φυγή του Αινεία προς τις όχθες του Τίβερη ποταμού όπου επίσης ίδρυσε την θρυλική πόλη της Ρώμης. Στη συνέχεια οι Ρωμαίοι απόγονοι του δια πυρός και σιδήρου κατέκτησαν την Ελλάδα αλλά η Ελλάς κατέκτησε αυτούς με το πνεύμα, τις τέχνες και τον πολιτισμό της σύμφωνα και με τον Οράτιο, γιγαντώνοντας την ίδια τη Δύση. Με τον Μέγα Κωνσταντίνο ο κύκλος τελειούται. Οι Βυζαντινοί είχαν ελληνική συνείδηση και παιδαγωγία, διατήρησαν και διέσωσαν τα αρχαία κείμενα, υιοθέτησαν την κλασική φιλοσοφία και λογοτεχνία καθώς και τα ομηρικά έπη και κατέλειπαν έργα λόγου, τέχνης, αρχιτεκτονικής και πνεύματος. Μάλιστα η εκπαίδευση κατά το Μέγα Βασίλειο, όφειλε να εδράζει στον Όμηρο, τον «διδάσκαλο των αρετών» και στην μελέτη και κατανόηση της αρχαίας ελληνικής Γραμματείας. Ο Οδυσσέας Ελύτης το 1959, δημοσιεύοντας το «Άξιον εστί», υπογράφει ποιητικά τη διαχρονικότητα της ελληνικής γλώσσας από τον Όμηρο έως το Βυζάντιο: «Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνικήν ..., μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου, ψαλμωδίες γλυκές με τα πρώτα-πρώτα Δόξα Σοι (Βυζαντινή Υμνογραφία). Στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, που λειτούργησε για πρώτη φορά τον 4ο αιώνα, διδασκόταν ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, στην Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, τονίζει ότι το πανεπιστήμιο ήταν οργανωμένο σύμφωνα με τα πρότυπα των αρχαιοελληνικών σχολών. Δίδασκε ελληνική γραμματική, ρητορική, φιλολογία, διαλεκτική, φιλοσοφία, μαθηματικά, γεωμετρία, αστρονομία, μουσική και καλλιτεχνία. Η επιστήμη του Δικαίου είχε εξέχουσα θέση και η Νομική Σχολή είχε 5ετες πρόγραμμα σπουδών. Η ιατρική διδασκόταν συστηματικά. Η θεολογία δεν ήταν κλάδος σπουδών στο κοσμικό πανεπιστήμιο αλλά στην Πατριαρχική Σχολή, τη σχολή Στουδίου, και άλλες θρησκευτικές σχολές. Στο Πανδιδακτήριον η φοίτηση ήταν δωρεάν. Η Πόλη ήταν η "κοινή των Ελλήνων εστία, διατριβή των μουσών, της επιστήμης απάσης διδάσκαλος, των πόλεων βασιλίδα", όπως την χαρακτηρίζει ο Ανδρόνικος Κάλλιστος. Στο διοικητικό τομέα το Βυζάντιο ήταν για πολλούς αιώνες το πλέον οργανωμένο κράτος στην Ευρώπη και τον κόσμο. Διέθετε καταρτισμένους υπαλλήλους, προϋπολογισμό και δημοσιονομικό σύστημα. Είχε δυνατότητα χρηματοδότησης δημόσιων έργων όπως η διάνοιξη οδών, η ανέγερση ναών και μνημείων, οι ιεραποστολές και η κατασκευή οχυρώσεων. Επηρέασε με την πολιτική του, Δύση (Ευρώπη, Ρωσία, Βαλκάνια) και Ανατολή. Ως προς την άμυνα, διέθετε στρατολογία και τακτικές, αξιόμαχες ένοπλες δυνάμεις σε ξηρά και θάλασσα. Ισχυρά τείχη προστάτευαν την Πόλη που για 22 φορές πολιορκήθηκε, ανεπιτυχώς από πολέμιους και πολιορκητές της που έχασαν χάθηκαν στον βυθό του Κερατίου κόλπου και αφιερώθηκαν «τη υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια». Το Βυζάντιο στηριζόταν στη στρατιωτική του οργάνωση, στην άμυνα και τη διπλωματία. Απέκρουσε αναρίθμητες εισβολές, αποτελώντας τον κυματοθραύστη που προφυλάξε την Ευρώπη από εχθρικές εισβολές και την επέκταση επιδρομέων όπως οι Πέρσες, οι Άραβες και οι Τούρκοι που ως γνωστόν μετά την Άλωση έφθασαν έως τα περίχωρα της Βιέννης. Η άλωση όμως ήρθε τελικά γιατί η κεκρόπορτα παρέμεινε δυστυχώς «ανοιχτή» για δεκαετίες και για την διάβαση της δεν χρειάστηκε κλειθροποιός παρά μόνο ο αστάθμητος παράγοντας στην Ιστορία. Η κεκρόπορτα κατ΄ εμέ ήταν (και είναι) ότι κι ο Εφιάλτης στις Θερμοπύλες. Η αιτία του κακού, η λαξευμένη επική δικαιολογία και ο εξορκισμός της ήττας μέσα από την θυσία, την αρετή, την ανδρεία και τον τιτάνιο αγώνα αποφασισμένων και ορκισμένων μαχητών για «η ταν ή επί τας». Ο ηρωικός θάνατος είναι αυτός που μετουσιώνει τους ήρωες σε ημίθεους. Μακάριοι οι έχοντες το σθένος και τη δύναμη να τον επιλέξουν. Θλιβεροί αντίθετα οι ηγέτες που διαλέγουν την αιχμαλωσία, τον διασυρμό και τον εγκλεισμό στις φυλακές. Πολλά και ακραία τα παραδείγματα στον σύγχρονο κόσμο που όμως δεν είναι του παρόντος η όποια αναφορά που θα απροσανατολίσει από την ιστορική μνήμη. Η μάχη της 29ης Μαΐου ήταν μια ηρωική μάχη «φύλαξης Θερμοπυλών». Ούτε οι ανυπέρβλητοι 300 του Λεωνίδα ήταν ανθρωπίνως δυνατόν να κατανικήσουν την ανθρωποθάλασσα των Μήδων, ούτε οι 9.000 περίπου μαχητές και αμύντορες της Πόλης, μεταξύ των οποίων 4.000 ξένοι μισθοφόροι, να υπερισχύσουν έναντι 260.000 Οθωμανών ή κατ' άλλες πηγές 400.000 ή 700.000 με αναλογία δυνάμεων 1 προς 29 υπέρ των Τούρκων. Η κεκρόπορτα αποτελεί μια γλαφυρή εικόνα της άλωσης αφού «η ψυχή ποτέ δεν σκέφτεται χωρίς μία εικόνα». Βλέπω λοιπόν προκρίνοντας την λογική από τον «μύθο», την κεκρόπορτα να «ανοίγει» (πράγματι μετά από προδοσία αξιωματούχων και πολιτικών) πρώτα στους Φράγκους χριστιανούς σταυροφόρους της 4ης σταυροφορίας στις 12 Απριλίου 1204. Η πρώτη Άλωσις, η εκπόρθηση, η εξαπάτηση από τους δυτικούς «συμμάχους» και «ετέρους» η προδοσία και η καταστροφή αποτέλεσε την «αρχή του τέλους». Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους Σταυροφόρους, υπήρξε το μοιραίο πλήγμα και ο αστάθμητος παράγων στην ιστορία. Η λεηλασία από σατανικούς «σταυροφόρους», η φρίκη και τα ανοσιουργήματα που ακολούθησαν, αποστέρησαν την Πόλη από τη δοκιμασμένη δύναμη της, από τους θησαυρούς και τον πλούτο της. Όταν η Πόλη ανακτήθηκε το 1261 από τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο, δεν μπόρεσε να ισχυροποιηθεί και να καταστεί στρατιωτική και οικονομική δύναμη. Η παρακμή, η πλήρης κατάρρευση στον στρατιωτικό, οικονομικό και εμπορικό τομέα από τα αλλεπάλληλα λάθη των τελευταίων Βυζαντινών αυτοκρατόρων, έτρωσαν την Πόλη και υπονόμευσαν την άμυνα της. Αποδυναμώθηκαν οι ένοπλες δυνάμεις, που παράλληλα έχασαν την φυσική και ψυχική συνοχή τους με την ένταξη στο στράτευμα μισθοφόρων και την δραματική μείωση των εξοπλισμών. Υπήρχαν οι θρησκευτικές έριδες, το σχίσμα, οι εμφύλιες διαμάχες, η εμφάνιση του φεουδαρχισμού και ο μαρασμός των μικροϊδιοκτητών γης, η οικονομική διείσδυση των ξένων δυνάμεων εκείνης της εποχής, υπήρχε γενική κρίση που έφερε σε κατάσταση ανέχειας τους υπηκόους. Το Βυζάντιο υποβάθμισε τον κίνδυνο, δεν αντιλήφθηκε την καταιγίδα που ερχόταν με ορατά τα σημάδια της από πριν και η κατάσταση δεν ήταν πλέον αναστρέψιμη. Κεντρικό πρόσωπο στα γεγονότα και στους μύθους της Άλωσης κατέχει ο «μαρμαρωμένος Βασιλιάς» που με την στάση του για αγώνα μέχρι εσχάτων και για «μολών λαβέ» πέρασε ως θρύλος στην αιωνιότητα. Το 1449 ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ανέβηκε στο θρόνο και έγινε ο τελευταίος αυτοκράτορας. Προσπάθησε να λάβει δραστικά μέτρα, να οργανώσει την άμυνα, να σώσει το κράτος, όμως ο εχθρός βρισκόταν ήδη προ των Πυλών και ο χρόνος μετρούσε στο χθες, έτσι επαληθεύτηκε η προφητεία, ότι η Πόλη θα πέσει, όταν ο αυτοκράτορας θα ονομάζεται Κωνσταντίνος και η μητέρα του Ελένη, όπως και ο Μέγας Κτήτορας της Κωνσταντινούπολης που είχε μητέρα την αγία Ελένη». Στην εναντιόδρομη πορεία της κρίσιμης αναμέτρησης βρέθηκε το 1451 ο σουλτάνος Μωάμεθ ο Β΄, o «Πορθητής» που προετοίμασε την πολιορκία της Πόλης. Δημιούργησε ισχυρό φρούριο στον Εύξεινο Πόντο και συγκέντρωσε τεράστιες στρατιωτικές δυνάμεις, εξοπλισμένες με πυροβολικό, κατασκεύασε μάλιστα και ένα υπέροπλο της εποχής ένα τεράστιο πανίσχυρο πυροβόλο που τελικά καταστράφηκε από Έλληνες επίλεκτους στρατιώτες του Βυζαντίου πριν γίνει απειλητικό για να καταστρέψει τα τείχη που είχε επισκευάσει και ενισχύσει ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας ζήτησε βοήθεια από τη Δύση χωρίς αποτέλεσμα. Υπήρχε βέβαια και η άρνηση, απέχθεια και στην καλύτερη περίπτωση η δυσπιστία από την πλευρά των Βυζαντινών προς τους Λατίνους. Θεωρώ ότι μικρότερη σχέση είχε το λαϊκό αυτό συναίσθημα με το θρησκευτικό ζήτημα και το Ρωμαιοκαθολικό “filioqve”, το δόγμα, δηλαδή, σύμφωνα με το οποίο το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και εκ του Υιού και μεγαλύτερη με την προδοσία και την τραγωδία του 1204 και όλων όσων μιαρών και ιερόσυλων επακολούθησαν. Κάπως έτσι ίσως προέκυψε το γνωστό «κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν». Δεν παραβλέπεται βέβαια η σημασία του δογματικού θέματος που επαρκώς έχει καταγραφεί ιστορικά. Με το πρώτο φως της Τρίτης, 29 Μαΐου 1453, ο Μωάμεθ εξαπέλυσε την τελική έφοδο προς τα μισογκρεμισμένα από τα εχθρικά πυροβόλα τμήματα του μεγάλου τείχους της Πόλης και προς την κεκρόπορτα που έμεινε ξεχασμένη και ανοιχτή. Ο Κωνσταντίνος εκφωνεί την τελευταία ομιλία του προς λαό και στρατό που καταγράφεται στο «Χρονικὸν» του Γεωργίου Φραντζή: «Καλῶς οὖν οἴδατε, ἀδελφοί, ὅτι διὰ τέσσερά τινά ὀφείλεται κοινῶς ἐσμέν πάντες ἵνα προτιμήσωμεν ἀποθανεῖν μᾶλλον ἢ ζῆν, πρῶτον μὲν ὅπερ τῆς πίστεως ἡμῶν καὶ εὐσεβείας, δεύτερον δὲ ὅπερ πατρίδος, τρίτον ὅπερ τοῦ βασιλέως ὡς Χριστοῦ Κυρίου καὶ τέταρτον ὅπερ συγγενῶν καὶ φίλων». Ζήτησε από όλους να νικήσουν ή να πέσουν μαχόμενοι για να είναι η στάση τους αυτή , αιώνιο μνημόσυνο των υπερασπιστών της Πόλης. Με τα λόγια αυτά έδωσε το σύνθημα απόκρουσης της επίθεσης και της καταστροφής του εχθρού. Ο Κωνσταντίνος υπερασπίστηκε σθεναρά με τους ολιγάριθμους υπερασπιστές «αδελφούς» και «συστρατιώτες» του (όπως ο ίδιος τους αποκάλεσε στην τελευταία υπερήφανη και εμψυχωτική ομιλία του) την Πόλη απέναντι σε πολλαπλάσιους και αναρίθμητους εχθρούς, μαχόμενος ως Μεγαλέξανδρος στην πρώτη γραμμή. Έπεσε ηρωικά στο πεδίο της τιμής και στην κορύφωση του ενδόξου απέλπιδου αγώνα. Οι εχθροί μπήκαν στην δορυάλωτη Πόλη. Το τι επακολούθησε μας περιγράφει ο ιστορικός Γεώργιος Φραντζής που αναφέρει στο «Χρονικόν»: «Έσφαξαν όσους απετόλμησαν να αντισταθούν, αιχμαλώτισαν και άρπαξαν όσους βρέθηκαν στο δρόμο τους, νέες κοπέλες, αρχόντισσες και μοναχές σέρνονταν από τα μαλλιά στους δρόμους έξω από τις εκκλησίες που είχαν καταφύγει για να σωθούν. Κλάματα παιδιών, βογκητά και οδυρμοί γυναικών. Ατίμασαν τις εικόνες των εκκλησιών. Κραυγές πόνου, μοιρολόγια, βαρβαρότητες, λεηλασίες, βιασμοί, δολοφονίες, κακουργήματα, βεβηλώσεις, εξανδραποδισμοί.». Ο Νικολό Μπάρμπαρο αναφέρει στην μαρτυρία του: «.Το αίμα έτρεχε στη γη σαν βρόχινο νερό, το οποίο πλημμύριζε τα ρείθρα των δρόμων». Οι Τούρκοι αναγνώρισαν το διαμελισμένο σώμα του Παλαιολόγου από τον αυτοκρατορικό θυρεό και ο Μωάμεθ, αναγνωρίζοντας την αξία του ηττημένου ηρωικού αντιπάλου του, απέδωσε κατά την ταφή του τιμές. Η Πόλη, ύστερα από 54 ημέρες αγώνα, δεν άντεξε και «εάλω» περί ώρα 14.30 την αποφράδα Τρίτη, στις 29 Μαΐου 1453. Μετά την Άλωση άρχισε μια μακρά περίοδος σκλαβιάς για τους Έλληνες που κράτησε περίπου 400 χρόνια και τραυματίζοντας την ιστορική μας μνήμη, με το κοσμοϊστορικό γεγονός της αλώσεως να αποτελεί τον καημό του Γένους. Χαρακτηριστικά έγραψε ο Στέφαν Τσβάιχ: «Η ανθρωπότητα δεν θα μπορέσει να εκτιμήσει ποτέ σ' όλη του την έκταση το κακό που μπήκε από την Κερκόπορτα εκείνη τη μοιραία ώρα, ούτε το τι έχασε ο κόσμος του πνεύματος με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης...». Όσοι κατέφυγαν στη Δύση μετάδωσαν καταλυτικά τη γνώση τους. Η πνευματική δημιουργία, τα γράμματα και οι τέχνες μεταφυτεύτηκαν στις μεγάλες πόλεις της Δύσης, από τους Έλληνες διανοουμένους της διασποράς που έγιναν εργάτες και συμμέτοχοι της ευρωπαϊκής αναγέννησης αλλά παράλληλα συνετέλεσαν στην σφυρηλάτηση της ελληνικής εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας. Οι βυζαντινοί λόγιοι πέτυχαν να φέρουν σε άμεση πνευματική επαφή τους δύο κόσμους, Ανατολή και Δύση. Όσοι παρέμειναν, αντιπάλεψαν τον κίνδυνο αφομοίωσης, αλλοίωσης και εξάλειψης του έθνους από τους Τούρκους και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, το 1821 σύσσωμο το Έθνος, αποτίναξε τον τούρκικο ζυγό. Από την ανάλυση των αιτίων της Άλωσης προκύπτει ότι η εγγύηση της ακεραιότητας, της ασφάλειας και της αποτροπής κάθε αρνητικής και βλαπτικής καταστάσεως, εξασφαλίζεται για κάθε κρατική οντότητα από την προσήκουσα προετοιμασία και την λήψη ορθών και αποτελεσματικών μέτρων πριν την έλευση του κινδύνου ή έστω αμέσως μόλις διαπιστωθεί από την ηγεσία η δημιουργία κρίσεων και επικίνδυνων καταστάσεων για τη χώρα. Η επιλογή για αγώνα και αντίσταση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου αποτέλεσε ιστορική συνέχεια και συνέπεια της αντίδρασης των Ελλήνων σε επικίνδυνες και δραματικές καταστάσεις. Ενωμένοι, χωρίς διχασμούς αλλά με σύνθεση δυνάμεων και εθνική ομοψυχία μπορούν να αντιπαλέψουν τις δυσκολίες. Η Κωνσταντινούπολη έπεσε, μετά από 1123 έτη και 18 ημέρες, μετά από σθεναρή άμυνα 54 ημερών, από τις 5 Απριλίου που ξεκίνησε η πολιορκία, εξαιτίας της έλλειψης αποτελεσματικής πολιτικής, της αποδυνάμωσης του στρατού, της έλλειψης ασφάλειας, της κενής περιεχομένου εμπιστοσύνης για απεριόριστη βοήθεια από τη Δύση, της απαξίωσης της πολιτικής και της αδιαφορίας του απλού για την διάσωση και επιβίωση του κράτους. Δυστυχώς, για μια ακόμη φορά, η διχόνοια, η διαίρεση, οι προσωπικές και πολιτικές φιλοδοξίες και η ανεπάρκεια της ηγεσίας την τελευταία κυρίως περίοδο οδήγησαν σε διαρκή κρίση και μοιραία στον κατήφορο και την καταστροφή. Σήμερα βιώνουμε παρόμοιες δύσκολες συνθήκες και βρισκόμαστε μπροστά σε κρίσιμες επιλογές και αποφάσεις για την πορεία της χώρας και του Ελληνισμού. Η Άλωση ως ιστορικό γεγονός εκπέμπει μηνύματα. Ας μην επιτρέψουμε την αποδυνάμωση των θεσμών, την υποβάθμιση και προσβολή της δημοκρατίας, την απεμπόληση της εθνικής κυριαρχίας, την «άλωση» της πολιτικής από την μικροπολιτική και την καθολική απαξίωση των πάντων. Η Ιστορία πρέπει να διδάσκει εκείνους που λόγω της ιδιότητας και της θέσης τους στην πολιτική ηγεσία του τόπου και των κομμάτων χαράσσουν πολιτικές, επεξεργάζονται προτάσεις και οικοδομούν θέσεις. Προηγήθηκε της ίδιας την Άλωσης, η Άλωση της πολιτικής που δημιουργήθηκε και εφαρμόσθηκε δήθεν για την διάσωση και ισχυροποίηση του κράτους. Τούτο ισχύει σε κάθε άλωση και σε κάθε Πολιτική, τότε και τώρα και δυστυχώς εάν τα λάθη δεν αποτελούν παράδειγμα προς αποφυγή, η Ιστορία θα επαναλαμβάνεται, δυστυχώς όχι ως φάρσα κατά το αντιθέτως (γραφικά) λεγόμενον αλλά ως αναγκαία προκείμενη ειδικών συνθηκών που διαμορφώνονται στον χωροχρόνο και σειράς γεγονότων που συνδέονται με λογική αλληλουχία. Ο εμβληματικός Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος, αναδύεται από τις φωτιές της Άλωσης ως «Μαρμαρωμένος Βασιλιάς», που οδήγησε στην επανάσταση του Γένους το 1821. Όπως επικά λέει γι αυτόν ο Οδυσσέας Ελύτης «Έτσι καθώς εστέκονταν ορθός μπροστά στην Πύλη κι άπαρτος μες στη λύπη του .... πάντοτε με μια λέξη μες στα δόντια του άσπαστη κειτάμενος, Αυτός ο τελευταίος Έλληνας».

ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΛΕΒΑΡΗΣ

Αντιπεριφερειάρχης Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου

Φωτογραφικό υλικό

Προτάσεις Verena

Από την Νέμεσις – Πανελλήνια Ομοσπονδία για το περιβάλλον, τα ζώα, το κυνήγι, εκδόθηκε η ακόλουθη...
Μπορεί να κάνει σήμερα τον ανήξερο ο δήμαρχος Ρόδου Αλέξης Κολιάδης όμως στην συνεδρίαση του...
Χθες ομόφωνα το περιφερειακό συμβούλιο Νοτίου Αιγαίου αποφάσισε και ζητά την μείωση των ελαφιών στη...
Αρχισαν τα...γαλλικά στο νέο δημοτικό συμβούλιο Ρόδου πολύ νωρίτερα απ ότι αναμενόταν!....Σε μια...